Ασπρόπυργος, 21/3/2018
[dropcap]E[/dropcap]χθές ήμουν και εγώ στην κηδεία του Ταξίαρχου Γ. Παπαμελετίου, όπως εκατοντάδες άλλοι.
Πρόλαβα να προσκυνήσω τελευταία στιγμή, με την ψυχή στο στόμα, ένεκεν επαγγελματικών υποχρεώσεων.
Καθώς περίμενε το πλήθος την έξοδο της σωρού, και άρχισαν να απλώνονται σημαίες και πανό, η κηδεία άρχισε στιγμιαία να αποκτά μια νότα εορτής ! Θύμιζε κάτι από 28η Οκτωβρίου και 25η Μαρτίου!
Όταν δε το φέρετρο, τυλιγμένο με την Ελληνική σημαία, έβγαινε έξω από την εκκλησία, ήταν σαν να μην ήταν φέρετρο. Ήταν κάτι άλλο. Έμοιαζε με ένα είδους γαλανόλευκου επιταφίου, που κατά κάποιον τρόπο σου έφερνε την χαρά του μπλε του αιγαίου και του λευκού των σύννεφων. Δυστυχώς η ελλιπής παιδεία μου, μου απαγορεύει να αποτυπώσω καλύτερα την εικόνα και τα συναισθήματα, με αποτέλεσμα να μειώνω την αισθαντικότητα της σκηνής.
Το δε άγημα στην εκκλησία της Ευαγγελιστρίας αποτελούταν από ηλικιωμένους Λοκατζήδες. Πιθανολογώ, και σύμφωνα με την λογική, πως όλοι αυτοί οι ηλικιωμένοι σχετίζονταν με τον Ταξίαρχο δια ζώσης. Εντύπωση έκανε, πως το μόνο ‘ελαφρώς’ περίεργο ήταν τα κατάλευκα μαλλιά των στρατιωτών, μιας και η κινησιολογία τους, η ανταπόκριση τους, το στρατιωτικό σφρίγος τους και το σθένος τους στην εκτέλεση των παραγγελμάτων, δεν απείχε καθόλου από εικοσάρηδες !!! Και πάλι όμως η εικόνα τους έστεκε αρκετά καλά, σε σημείο να αναρωτιέσαι αν ήταν ακόμα αυτά τα γηραιά παλικάρια με τα κατάλευκα μαλλιά, ένστρατοι, και όχι απόστρατοι ! Κατά πάσα πιθανότητα, τα πρόσωπα αυτά ήταν και αυτοί καταδρομείς της επιχειρήσεως ΝΙΚΗ το 1974, της οποίας ηγήθηκε ο Ταξίαρχος.
Γνώριζες εκείνη τη στιγμή λοιπόν, πως αυτοί οι βετεράνοι, που την ημέρα θα τους έβλεπες με τα πολιτικά τους, και θα αποκαλούσες συνταξιούχους, με τον κατάλληλο εξοπλισμό και συναθριζόμενοι στην κατάλληλη ομάδα, ήταν απολύτως φονικοί.
Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα πως είναι πολύ χρήσιμο να περιβάλλεσαι από ηλικιωμένους, βετεράνους πολεμιστές μα ακόμα εν δυνάμει μάχιμους, και να αισθάνεσαι την περιρρέουσα προστατευτικότητα τους, όπως τότε που ήσουν μικρό παιδί και ο πατέρας σου σε κρατούσε από το χέρι και δεν φοβόσουν τίποτα !!
Όταν η μπάντα άρχισε να παίζει και οι βετεράνοι να εκτελούν παραγγέλματα, σκέφτηκα πως ο Ταξίαρχος είναι σαν να μην πέθανε. Και επειδή όταν επεξεργάζεσαι το περιβάλλον σου, τα λόγια της εσωτερικής φωνής σου δεν είναι τόσο πολύπλοκα
και μακρά όσα αυτά εδώ που διαβάζουμε, αλλά πολύ λακωνικότερα (μιας και βρίσκεσαι σε άλλο συνειδησιακό επίπεδο) οι λέξεις που ήρθαν ακριβώς και φωναχτά στο μυαλό μου ήταν: “ΜΑ ΕΤΣΙ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙΣ ΠΟΤΕ!!!!!!!!!!!!”
Εκεί βούρκωσα, και τα δάκρυα μπλέχτηκαν με τα γυαλιά ηλίου μου, και η όραση μου επηρεάστηκε λίγο, και αποφάσισα πως ήταν σώφρων να αποχωρίσω, μιας και με περίμεναν και άλλες υποχρεώσεις ξωπίσω. Αντιλαμβανόμουν όμως πως και άλλοι δίπλα μου είχαν βουρκώσει, ή ακόμα και έκλαιγαν κανονικά. Μα και πάλι όμως τα δάκρυα αυτά δεν ήταν όπως τα δάκρυα όλων των άλλων κηδειών ! Πως να το εξηγήσω; Ήταν χαρμόλυπα δάκρυα !
Κάπου εκεί επίσης η ψυχή μου θλίφτηκε που δεν έγινα και εγώ στρατιωτικός και θα πεθάνω κάποτε όπως όλοι οι άλλοι, ενώ ο Γ. Παπαμελετίου θα παραμείνει αθάνατος στις καρδιές όλων, στις μνήμες όλων, στις συνειδήσεις όλων, στην καταγεγραμμένη ιστορία του έθνους, και κατά έναν περίεργο και μυστηριακό τρόπο, στον χώρο των ψυχών και των πνευμάτων των προγόνων μας.
Μια κηδεία σωματοποιείται και πνευματοποιείται. Σωματοποιείται όταν πηγαίνεις στην εκκλησία, φυσικά, να προσκυνήσεις τον αποθανόντα, και πνευματοποιείται όταν φεύγεις από την εκκλησία, με τις εικόνες και τα συναισθήματα να έχουν αποτυπωθεί εντός σου, για να τα ανακαλέσεις αργότερα: είτε να τα διηγηθείς, είτε να γράψεις γι ́αυτά, είτε να τα επαναστοχαστείς, είτε να τα ονειρευτείς αργότερα στον ύπνο σου και να εξάγεις τα προσωπικά διδάγματα σου.
Ο Ταξίαρχος έμεινε στην ιστορία όχι μόνο γιατί επισκέφθηκε την Κύπρο την εποχή του ‘Αττίλα, όντας Δοιηκητής της Α’ Μοίρας Καταδρομών. Αυτή ήταν η δουλειά του. Ούτε γιατί επιχείρησε με θάρρος και ανδρεία. Αυτή ήταν η δουλειά του. Ούτε γιατί υπήρξε απόπειρα δολοφονίας του από πυρά μάλλον του ΟΗΕ, παρά των Τούρκων. Η ανοχή στον κίνδυνο ήταν κομμάτι της δουλειάς του.
Ο Ταξίαρχος έμεινε αθάνατος γιατί αναμεταξύ όλων των παραπάνω, εξεπέδειξε την ανάλογη βούληση να ‘σπάσει’ τους διεθνείς στρατιωτικούς κανόνες, να μην υπακούσει σε σκιώδεις και παραπλανητικές εξωγενείς εντολές του ΟΗΕ, να κρατήσει τα ‘δορύκτητα’ εδάφη του και δη το Αεροδρόμιο της Λευκωσίας, και να μην αποχωρήσει σαν πειθήνιος και άβουλος γραφειοκράτης, σαν μεταπολιτευτικός λακές και yesman, με αποτέλεσμα η γνωστή σε όλους μας σημερινή Κυπριακή Δημοκρατία να οφείλεται, εδαφικά μιλώντας, σε αυτόν και μόνο αυτόν. Στην ελεύθερη και πατριωτική, αρραγή και αδαμάντινη βούληση του.
Οι πράξεις του αυτές, σωρευτικά, οδήγησαν στην χθεσινή τιμώμενη κηδεία του ως εθνικού ήρωα, και στην επικείμενη αθανασία του. Είναι αυτοί ακριβώς οι λόγοι που εμείς οι κοινοί θνητοί, θα θαβόμαστε πάντοτε με άχαρους και θλιβερούς τρόπους, ενώ οι ήρωες πάντοτε με χαρμόσυνους και εορταστικούς.
Η απελευθέρωση του από τα έμβια και πεπερασμένα αυτά σαρκικά δεσμά, και το πέρασμα του στην αθανασία, είθε να μας κινητοποιήσουν να ερευνήσουμε λίγο την δράση του στην Κύπρο, να μας εμπνεύσουν, και να μας βοηθήσουν να μοντελοποιήσουμε το ηθικό του, ειδικά σε αυτούς τους πολιτικά κακόπιστους και διεθνείς μακιαβελικούς καιρούς που διανύουμε, και να κατανοήσουμε πως η Ελλάδα θα διασωθεί πρωτίστως από τους Έλληνες, παρά μονάχα επιβάλλοντας στους συμμάχους μας να ακολουθήσουν την βούληση μας, σε δεύτερο χρόνο.